
Καθώς το φεγγάρι υπνοβατεί αμήχανα
στα καλντερίμια της υδρογείου
κι η ηδυπάθεια των αισθήσεων
επινοεί μηχανές τεχνητής ευτυχίας,
η φωτογραφική καθήλωση του χαμόγελου
δείχνει σημάδια πρόωρης γήρανσης.
Κι επειδή η εμφιαλωμένη νεότητα
δεν εφάπτεται άψογα στα μέτρα μας,
κληροδοτούμε τον αιώνα στους επίγονους
διεκδικώντας την αμνηστία του χρόνου
και δίνοντας μορφές στα ερείπια των άστρων.
Ανάμεσα σ΄αυτήν την πόλη
και στον κοντινότερο ουρανό
η απόσταση είναι μικρή και η απόφαση μεγάλη.
Μια εαρινή ισημερία,
όταν ανακαλύψω που πραγματικά ανήκω,
θα φορτώσω τη ζωή μου σε μια Κιβωτό
και θα πάρω το ρόλο μου
σε μια συνομωσία ή σε μια οδύσσεια.
Το βλέμμα μου προσηλώνεται
στη διαύγεια του σεληνόφωτος
που διαρρέει απ΄την αστραπή των ματιών σου
κι εκμυστηρεύεται τις αλήθειες αινιγματικά.
Τα μελτέμια παραστράτησαν με τον άνεμο
κι η λήθη έδωσε άλλοθι στα μυστικά μας
για να αναζητήσουμε τον Εαυτό μας
στον 'Ολυμπο του ασυνείδητου.
- Τί θ΄απομείνει απ΄τα υπερωκεάνεια ταξίδια μας
σ΄αυτή την υφήλιο περιπέτεια της σκέψης μας;
- Μα, η τρικυμία που την περιφρονήσαμε
αρπάζοντας το σανίδι ενός ναυαγίου
κι οι συμπληγάδες της αγωνίας
που τις ξεγελάσαμε με τα επιχειρήματα ενός παραμυθιού.
Η μυσταγωγία στο μυστήριο της ενδοσκόπησης
και η ενδόμυχη υπόσχεση
να τεκμηριώσουμε την ύπαρξή μας
ανακαλύπτοντας κι αυτό το λιμάνι.
Ισορροπώ στον ιστό της ανάλαφρης σκιάς σου
και βηματίζω θωπεύοντας την οπτασία σου.
Συλλαμβάνω την αρμονία με νύξεις έρωτα και σε γεννώ
για να ζήσω κάτι απ΄την ανέγγιχτη ζωή σου.
'Οστρακα σμιλεμένα σε σχήμα καρδιάς
αντηχούν το διθύραμβο της γαλάζιας σειρήνας
για να σε πείσουν.
Ριπές ακτίνων και φωτοβολές
διαγράφουν τις διαστάσεις του κόσμου σε μέτρα φωτός
και καταλήγουν στο μέρος της καρδιάς σου.
Ρωτώ πώς να΄σαι με ατημέλητα μαλλιά
τα πρωινά που αιμορραγούν λιακάδα
και πηγαίνουν με το χρώμα των ματιών σου.
Οδοιπορώ ολόκληρα εικοσιτετράωρα φαντασίας
σε δρόμους που οδηγούν απλά στο άγγιγμά σου.
Παρουσίες και απουσίες του όνειρου
λαθρεπιβάτες στον εφεδρικό
και ακαθόριστο χρόνο της νύχτας σου.
΄Ιριδες καρφώνονται επίμονα στο βλέμμα σου
για να εκπέμπεις χρώμα στην εμβέλεια του άπειρου.
΄Εψαξα το χώρο απ΄ άκρη σ' άκρη
για να βρω την πεμπτουσία του χαμόγελού σου.
Συνομωσία της φύσης εναντίον μου.
Ακριβή μορφή που χρόνια προοριζόμουνα για σένα
θα ζήσω μια για πάντα με την ένταση του παλμού σου.
Κύκνεια παρουσία της ΄Ανοιξης που τη συνήθισα
μέσα στην αμεριμνησία του παιδικού σου παιχνιδιού.
Ρωτώ ποιοι νόμοι παίζουν με το συναίσθημα
τις ώρες που το φως παραλύει αιφνιδιαστικά τη λογική.
Ιδιοσυγκρασία του ήλιου και της αθωότητας
κάτι παράξενο είχε η μέρα που σου έμοιαζε.
Βεγγαλικά σε ώρες ανάστασης κι ενθουσιασμού
ή πυροτέχνημα - γνήσια απομίμηση αστεριού.
Ειδύλλια αστερισμών και περίτεχνες χειρονομίες
εκεί που όλα παλεύουν για μια απλή επαφή.
΄Ιριδες εξιλεώνουν την καταιγίδα
και επιστρέφουν στο χρώμα των ματιών σου.
Αυθόρμητες εξομολογήσεις και χτυποκάρδια
αποκαλύπτουν λέξη λέξη την πεμπτουσία του τραγουδιού.
Συνομωσία της αγάπης εναντίον μου.
Στο μεταίχμιο του Ορίζοντα
η μέρα κυοφορεί την ελπίδα
και μια γεννήτρια φωτός
κάνει τις ηλιαχτίδες φωτιά.
Οι καρδιές μας ανακυκλώνονται
μέσα στην ιλιγγιώδη αναπαραγωγή
της ηλιακής ενέργειας
κι αναπληρώνουν ό,τι έχασαν
στη λοταρία του συναισθήματος
μ' έναν επίμονο ηλιοτροπισμό.
Κι εμείς κρατάμε βαθιά μέσα μας
αποθέματα αστροφεγγιάς και δύναμης
για τους παράξενους χειμώνες,
για να βρούμε κάποτε τον προορισμό μας
ακολουθώντας το μίτο των εποχών
στη λαβυρινθώδη λογική του χρόνου μας.
Στο μεταίχμιο του Ορίζοντα
η νύχτα κρατάει σφιχτά την πανσέληνο
και μια θύελλα φωτός
κάνει τις φλόγες πυρκαγιά.
Τα πάθη μας απογυμνώνονται
μέσα στην ακυβέρνητη αλληλουχία των δευτερολέπτων
και παρασύρουν τους σκοπούς μας
στην κλεψύδρα της εντελέχειας
με μία ενορατική προκατάληψη.
Κι εμείς κρατάμε βαθιά μέσα μας
αποθέματα ελπίδων κι έρωτα
για τις παράξενες περιπλανήσεις,
για να βρούμε μόνοι μας τον προορισμό μας
ακολουθώντας την Αρετή των αισθημάτων
σ' ένα μακρύ οδοιπορικό της σκέψης μας.
Απ' τα παιδικά μου χρόνια
θυμάμαι μονάχα την περιπέτεια ενός Φασουλή
που κατά σύμπτωση γύρευε την Ιθάκη του.
Ακόμα δεν μπορώ να υπολογίσω
πόσο μεγάλο είναι το τίμημα της ευτυχίας
και πόσο μακριά βρίσκεται ο ουρανός.
Τυχοδιώκτες και ιππότες,
όλοι μαζί στον ίδιο πλανήτη,
συνωστίζονται χωρίς αποσκευές στα αστικά λεωφορεία
και κάνουν βήμα βήμα το μεγάλο ταξίδι.
΄Οσο κι αν αλλάζουν οι φυσιογνωμίες,
η έκφραση στα μάτια των παιδιών και το όνειρο
δεν φθείρονται ποτέ.
΄Οσο κι αν αλλάζουν οι αρχιτεκτονικές,
ο ήλιος θα είναι πάντα ο μεγάλος πρωταγωνιστής.
Κι ας παλεύουν οι άνθρωποι ν' αλλάξουν τον κόσμο
με προβολείς και με πυροτεχνήματα.
Κι εγώ, τώρα που μεγάλωσα,
φτιάχνω τη μακέτα μιας λιλλιπούπολης
κάπου κοντά στην ξεχασμένη συνοικία των αγγέλων.
Κατά βάθος πάντα το υποπτευόμουνα
ότι ο Φασουλής των παιδικών μου χρόνων
θα 'βρισκε την Ιθάκη του.
Τώρα είναι η δική μου σειρά.
Στην πρεμιέρα της ΄Ανοιξης
εκκολάπτονται τα νέα μας όνειρα
εκεί που η μετουσίωση της καθημερινότητας
συναντά την πιο ατάραχη νηνεμία του χρόνου.
Θα βιώσουμε τις συγκινήσεις
των ανέμελων εντόμων
και θα διεκδικήσουμε τη δύναμη
των μικροσκοπικών τους φτερών
σ' ένα γεωμετρικό συντονισμό κινήσεων.
Θα ζήσουμε ενορατικά
μια τελετουργία σιγής και αυτοσυγκέντρωσης
πέρα από στερεότυπες εναλλαγές
αισθήσεων και παραισθήσεων.
-Ποιος θυσιάζει τ' όνειρο
για ασήμαντες νύξεις ευτυχίας
παραπαίοντας αυτόβουλα
στα μονοπάτια του σύμπαντος;
Στην καρδιά του Καλοκαιριού
συλλαμβάνονται οι νέοι μας πόθοι
εκεί που το βάθος των ματιών μας
καταλήγει στην πιο γαλήνια έκφανση του έρωτα.
Θα βιώσουμε την αβρότητα
των ειλικρινών αισθημάτων
και θα διεκδικήσουμε τη δύναμη
των ασυγκράτητων παλμών
σε μια ασυντόνιστη συχνότητα παραλλαγών.
Θα νοιώσουμε εμπειρικά μια αιφνίδια ανακούφιση
ενδοκόσμιας ηρεμίας
στην ανανέωση της πέτρας,
της φωτιάς και της θάλασσας.
- Ποιος θυσιάζει τη διαίσθηση
για μια απλή συμμετοχή στο πλήθος,
υπογράφοντας χωρίς όρους
την κωδικοποίηση της ιστορίας του;
Γνώρισα την καρδιά του Σείριου
ψηλαφίζοντας τις σκιές του σεληνόφωτος
και συλλαβίζοντας το νόημα της ζωής
στις φλέβες μιας πεταλούδας.
΄Ενας στόλος νησιών
ερωτοτροπεί ασύστολα με την τρικυμία
και μια στρατιά αστεριών
γεμίζει ασφυκτικά τις γειτονιές του ουρανού.
΄Ενα κομμάτι απ' την ψυχή μου
βρίσκει τη νιρβάνα του
στο σώμα κάποιου όστρακου κι ανακουφίζεται.
Οι αλκυονίδες στιγμές του χρόνου
παρθενογεννούν τις σελήνες
μέσα σε καλοκαιριάτικο ηλιοτροπισμό
αδιαφορώντας για την αλληλουχία των εποχών
και για την ειλικρίνεια των αισθήσεων.
Μόνιμοι θαμώνες της προκυμαίας
οι χάρτινες βαρκούλες των μακρινών ταξιδιών
και των μεγάλων ελπίδων.
Μόνιμοι εραστές της πλατείας
οι φωτεινές Κυριακές των μακρινών περιπάτων
και των μεγάλων νόστων.
-Οι αυθόρμητες χειρονομίες
και τα τρισδιάστατα βλέμματα των παιδιών
έχουν κάτι από τη φυσιογνωμία της νέας σελήνης:
προορίζονται για την πανσέληνο.
Μπήκα στην καρδιά του Σείριου
αποστηθίζοντας την ηχώ μιας φυσαρμόνικας
και αναζητώντας το αρχέτυπο του έρωτα
στις φλέβες μιας πεταλούδας.
Στο ξεφάντωμα της θύελλας
και στην ανεμοδούρα της καταιγίδας
γνώρισα τον άνεμο με τα χίλια τους πρόσωπα.
΄Ιδιος η ψυχή μου!
Δραπετεύει σ' ανύποπτες στιγμές
απ' τον ασκό του Αιόλου
και σηκώνει τις στέγες
για να κοιτούν οι άνθρωποι κατάματα τον ουρανό.
Κι ύστερα πάλι γίνεται ανάσα και ησυχάζει.
Πετάει παράμερα τα εννιακόσια ενενήντα εννιά πρόσωπα
και γίνεται ένα με το αίμα
μες τις φλέβες του καιρού.
Στο πανηγύρι του κυκλώνα
και στο πανόραμα του ορίζοντα
γνώρισα τη θάλασσα με τις χίλιες ψυχές.
Ίδια η ζωή μου!
Ξεσηκώνεται σ' ανύποπτους καιρούς
λες και θέλει να βγει έξω απ' το άπειρο
και ν' αφήσει τις πολιτείες της γυμνές.
Κι ύστερα πάλι γίνεται καθρέφτης
για να μάθουν όλοι οι άνθρωποι
το ένα τους πρόσωπο.
Πετάξτε τα προσωπεία με τα βουβά χαμόγελα
στις φωτιές τ' Άη -Γιάννη
κι ελάτε να συστηθούμε στον ήλιο.
Παλλόμενες καρδιές καβάλα στο Ζέφυρο!
Είναι οι Σταχτομπούτες
που δραπετεύουν ξυπόλητες απ' το παραμύθι τους
κι οι πέτρες που αρμέγουν λαίμαργα
τις χειμωνιάτικες λιακάδες,
σα να παλεύουν για μια θέση στο φως.
Είναι οι ελπίδες μας στις αποβάθρες του έρωτα
που κλέβουν την αισιοδοξία του γαλάζιου
για να δώσουν νόημα στο χαμόγελο.
Καρδιές καβάλα στο Ζέφυρο!
Είναι νεφέλες συνένοχες μιας βιαστικής καταιγίδας
κι απροσδόκητες ίριδες μέσα στη χρωματοχυσία
σαν επιστράτευση χρωμάτων κι ανακούφισης.
Είναι τα πάθη μας
που δεν μας άφησαν ποτέ στα χέρια της Κίρκης
κι οι πολιτείες - ηφαίστεια που μας διεκδικούν.
Καβάλα στα Ζέφυρο!
Είναι χιλιάδες παιδιά
που παίζουν κρυφτό με τ' αστέρια
και συνεννοούνται με τον ήλιο
αμέσως μόλις γεννηθούν,
σα να 'γινε μια για πάντα
ο τοκετός της ΄Ανοιξης
Είναι παιγνίδια αισθημάτων
και καρδιοχτύπια που παραβιάζουν το χρόνο
για να ξεγελάσουν την τακτική των ρολογιών.
Στο Ζέφυρο!
Είναι τα τραγούδια
που αφουγκραζόμαστε στ' άδεια κοχύλία
και τα μυστικά των ανέμων
που αποκρυπτογραφούμε σε ώρες μοναξιάς.
Είναι τα βήματα
που υπογραμμίζουν μέτρο μέτρο τη ζωή μας
και οι σημαδούρες - συνθήματα στη μέση του πελάγου.
Είμαστε εμείς, εκεί που αρχίζουν όλα.
Σηκωθείτε να μαζέψουμε τ' απομεινάρια του όνειρου...
Ακροβασίες μιας φαντασίας που δεν συμβιβάστηκε ποτέ...
΄Εμαθα να ισορροπώ πάνω στις γραμμές των τραίνων...
Πλήρωσα τ' ονειροπόλημα της ήβης
και πήρα στα χέρια μου τη ζωή...
Ακροβατώ ακόμα μες τις μεγάλες λεωφόρους...
Χαμένες παρτίδες σ' ένα παιγνίδι
που δεν πήραμε ποτέ στα σοβαρά...
Περιμένω πάντα κάτι μεγάλο κι αόριστο...
Όλα τα σπουδαία κρύβονται σε αποσιωπητικά...
Ψάχνω ακόμα μες το λυκόφως
και περιμένω να ξημερώσει...
Ως τότε τηρώ τους κανόνες του κόσμου...
Συνωστίζομαι ανώνυμα κι αθόρυβα μέσα στα πλήθη...
Είμαι ΕΔΩ...
Στριμώχνω τις ελπίδες βαθιά μέσα μου
κι αναβάλλω τη λύτρωση...
Είμαι ΕΓΩ...
Σηκωθείτε να φτιάξουμε τα καινούρια μας όνειρα.
Εκεί που χορεύουν ζευγαρωτά τα στάχυα
κάτω από την ολόφωτη χαρά του ήλιου
κι η θάλασσα υψώνεται ν' ανταμώσει τον ουρανό
σε μια τελετουργική ομορφιά,
τούτος ο τόπος γίνεται ένας λιτός παράδεισος.
Οι πέτρες, γυμνές από μνήμες και ιστορίες,
ντύνονται μια ψυχή στα δικά τους μέτρα
και κρατάνε μονάχα τα χρώματα της ίριδας
και τους ήχους του Ορφέα.
Κρατάνε μονάχα τη μοίρα του τοπίου,
κάτι σαν ευχή ή σαν κατάρα,
ανυπέρβλητα ζωντανή μέσα στην ανύποπτη σιγή
κι αδυσώπητα μεγάλη μέσα στην αδέκαστη ροή.
Κρατάνε μονάχα το φως
και τους ψίθυρους της θάλασσας,
λες κι όλα τ' άλλα βρίσκουν το δρόμο τους
και δραπετεύουν
γιατί νοιώθουν ασήμαντα και ξένα.
Τα σχήματα του καπνού
δίνουν παραστάσεις κι εξαφανίζονται χωρίς σημάδια,
μα η φωτιά γεννιέται και πεθαίνει
στις ίδιες συντεταγμένες της γης.
Σε λίγο δεν θα 'χουμε τίποτα κοινό
με κείνους που γεννήθηκαν και πέθαναν
σε τούτες τις πέτρες,
εκτός απ' το φως και τους ήχους
της Μεγάλης Πατρίδας.
Σε λίγο, δεν θα 'χουμε τίποτα να πούμε γι' αυτήν.
Μέρα με τη μέρα
μαθαίνεις να ζεις βαθιά στο παραμύθι μου.
Σκόρπιοι οι μήνες στα χρόνια μου
κάνουν τη θητεία τους
αυτοσχεδιάζοντας τα καλοκαίρια του ήλιου σου.
Δεν σε συνάντησα πουθενά.
Κάθομαι με τις ώρες
προσηλωμένη στις νύξεις του προσώπου σου
συμφιλιωμένη με την απουσία σου
και συνεπαρμένη από τη γοητεία της αναζήτησης.
Θα σε βρω!
Μου ' ταξες να γεμίζεις τις σελίδες μου
με τα τεράστια μάτια σου
και να γίνεις υποψία
στις χίλιες και μία εναλλαγές μου.
Ντύσου πρίγκηπας ή και γελωτοποιός
και ανάλαβε το ρόλο σου
στη μονότονη ζωή μου.
Περιπλανήσου στο σύμπαν σου,
ριψοκινδύνευσε, ξεναγεννήσου
και ξαναγύρνα μ' άσπιλη ψυχή στις λέξεις μου.
Είσαι μια πρωτότυπη κι ανεπανάληπτη παραλλαγή
των παιδικών μου παραμυθιών.
Σε ήξερα από παιδί.
Σε συνήθισα μέσα στη θύελλα των απρόσωπων ηρώων
και στην ταχυπαλμία των μεγάλων ερώτων.
Σε ακολούθησα ως την ανακούφιση του αίσιου τέλους
και σχημάτισα την έκφρασή σου
σκιτσάροντας τις πιο μυστικές σου λεπτομέρειες.
Σε βρήκα!
Θα σε πω φωτιά ή χτυποκάρδι.
Θα σε φωνάζω αναστάτωση ή αίνιγμα.
Θα σ' αφήσω χωρίς όνομα
να χρονομετράς τις στιγμές
που σου χάρισα για πάντα
και θα μείνω μόνη φυλλομετρώντας την ιστορία μας.
Είσαι μια πρωτόγνωρη και παράλογη παραλλαγή
της παιδικής μου αγωνίας.
Ήσουνα κάτι απ΄αυτά που 'χα λατρέψει
ένας καιρός παλιός που μ' έχει σημαδέψει
κι απ΄τα σημάδια έχω μεταμορφωθεί.
΄Αλλαξε ο κόσμος και δεν το 'χα καταλάβει
μας προσπερνάει η ζωή για να προλάβει
και όποιος είναι τυχερός, θα λυτρωθεί.
Ήθελες πάντα να σου λέω ιστορίες
μέσα στους δρόμους διαδηλώσεις και πορείες
κι εγώ φοβάμαι να κοιμάμαι μοναχή.
Κράτησα λάφυρο απ΄τη μάχη μου το πάθος
θυμάμαι μου 'λεγες πως κάνω κάποιο λάθος
και πως σου φαίνομαι αστεία στη βροχή.
Έμοιαζες τόσο μες τη νύχτα λιποτάχτης
είδα στον ύπνο μου πως έπεφτε ο φράχτης
που άνοιξε σ΄αυτή τη γη χίλίες ρωγμές.
Χέρι με χέρι μαριονέτες μες το πλήθος
με μια καρδιά που δραπετεύει από το στήθος
και συντονίζει στο ρυθμό της τις στιγμές.
Έγραφες τόσα παραμύθια με δυο λέξεις
θά 'ρθει κυκλώνας να στα πάρει, μα θ' αντέξεις
και οι αλήθειες θα ' ναι πάλι μυστικά.
Ήσουν παιδί και με το τίποτα γελούσες
μα με φοβίζουν οι αγάπες οι απούσες
και η κλεψύδρα που τελειώνει βιαστικά.
Στη Ντίνα μου
Εκεί που η άφθαρτη αιωνιότητα της πέτρας
ζηλοφθονεί τη ριψοκίνδυνη κινητικότητα
των μυρμηγκών
και την ευαισθησία ενός χαμόγελου,
η αναλγησία των αισθημάτων αυτοκτονεί.
Εκεί που τα παιδιά ακούν τα παραμύθια με κατάνυξη
και βάζουν υποθήκη την αθωότητά τους
για μια αίσια έκβαση,
η μέρα τελειώνει με πανσέληνο και μ' ανακούφιση.
Εκεί που οι επιθυμίες, μετέωροι σχηματισμοί,
πέφτουν αερόστατα στα νησιά της ρέμβης μας
ή της μοναξιάς
και παρασύρονται από τη φιλοσοφία της εφηβείας,
η ΄Ανοιξη αρχίζει κάθε χρόνο
στην επέτειο της ψυχικής μας ανανέωσης.
Εκεί, κι οι ενοχές έχουν κάτι
από το πάθος της αγνότητας.
Όταν ξαγρυπνώ τις νύχτες,
παίζω στην τύχη κάποιο γαλαξία
και κλέβω κάτι ασήμαντο απ' την ΄Ανοιξη
για να 'χω συντροφιά τους χειμώνες.
Τα νούφαρα αγγίζουν τη θάλασσα
σαν φευγαλέοι έρωτες
που σημαδεύουν αμετάκλητα το κορμί
με τα χνάρια ενός γιασεμιού.
Κι η καρδιά του κόσμου,
κάπου στη σκιά ενός ηλιοτρόπιου,
παιχνιδίζει με τον ήλιο
κι αφουγκράζεται με τις ώρες
τα χτυποκάρδια των αστεριών.
Τ' αφηρημένα σχήματα
κάποιας γνωστής φυσιογνωμίας
αλλάζουν χίλια χρώματα
μέσα στη φωτορροή ενός πυροτεχνήματος,
Ο ταχυδακτυλουργός βγάζει απ' τις τσέπες του
χιλιάδες άσπρα περιστέρια
κι όλα ξαναγεννιούνται στα ζώδια του φωτός.
΄Εξω απ' το παράθυρό μου
ο κόσμος φοράει τα κυριακάτικά του
κι οι έρωτες πηγαινοέρχονται
με μια αυστηρή παιδιάστικη αφέλεια.
Αύριο θα γεννηθώ κι εγώ.
Η ψυχή δραπετεύει στο στερέωμα
και το κορμί σου ξεμουδιάζει
παλινδρομώντας στο νωχελικό ξύπνημα
των παιδικών καλοκαιριών.
Ερείπια θύμησες!
Η σιωπή αφοπλίζει το χώρο
και συντονίζει την κραυγή των παλμών σου
σε μια εποχή απροσάρμοστων ηρώων
και παραπλανητικών επαναστάσεων.
Ερείπια όνειρα!
Ο κόσμος διαμελίστηκε
σε εκατομμύρια οικόπεδα αυθαίρετων κατασκευών
και ταριχευμένου χαμόγελου.
Κι η θάλασσα ξεχείλισε
τα μυστικά των εξομολογήσεών σου
στην πρώτη ανεμοδούρα που την πλήγωσε.
Ερείπια έρωτες!
Τ' αποψινό φεγγάρι
παραβίασε τα σύνορα του πλανήτη
και πρωτοστάτησε στη νύχτα της εξορίας σου
για μια αναπάντεχη κάθαρση.
Είναι καιρός ν' αναστηλώσουμε τα ιδανικά
και τις πατρίδες μας.
Είναι καιρός να μάθουμε να ζούμε!
Εν αρχή ην ο άνθρωπος
σε μια συνειδησιακή απουσία,
ανδρείκελο μιας γοητείας εφήμερης
κι ενός κυκλοθυμικού εγωισμού.
Ύστερα μας έμαθαν τον πόλεμο
που συλλαμβάνει κάθε νύχτα τους αγίους
κι αγγίζει εφιάλτης τον ύπνο μας
με μια γεύση σκουριάς
στα κατάλευκα σεντόνια μας.
Σε λίγο θα 'ρθει η Νέμεση
που αιχμαλωτίζει τις τύψεις
κι αρνείται αμείλικτα τη μετάνοιά μας
σαν κυματοθραύστης στα πάθη
και στον παραλογισμό μας.
-Τα δακτυλικά αποτυπώματα του χρόνου
φαίνονται πιο έντονα
στο μέτωπο της Ελλάδας
και στα χέρια μας.
΄Οταν φτάσει το πλήρωμα του αιώνα,
θα συναντηθούμε όλοι
στη λειτουργία των αγγέλων
για να εξιλεώσουμε το κακό
και να λυτρωθούμε.
Πίστευα επίμονα στον Άγιο Βασίλη,
μα τον περίμενα πάντα σε λάθος εποχή.
Κι όταν ο Άγιος Βασίλης αργεί,
είναι η ώρα που οι μεγάλοι
πρέπει να απολογηθούν στα παιδιά.
Όσο κι αν ανασκευάζονται οι μύθοι,
είναι κάτι αλήθειες που επιμένεις ν' αποφεύγεις
από φόβο ή από ένστικτο.
Όσο κι αν σου έμαθαν πως η πέτρα είναι άψυχη,
εσύ δεν μπορείς να ξεχάσεις
πως πάνω της πρωτογνώρισες τον ήλιο.
Αν δεν έχεις μια Άνοιξη να περιμένεις,
οι χειμώνες δεν τελειώνουν εύκολα.
Πίστευα επίμονα στον Άγιο Βασίλη,
μα τον έχασα ξαφνικά σε μια λεηλασία.
Κι όταν χάνεις τον Άγιο Βασίλη σου,
είναι η ώρα που γίνεσαι εσύ μεγάλος
κι είναι η δική σου σειρά να απολογηθείς.
Όσον κι αν αλλάζουν οι σκηνοθεσίες,
είναι μερικές αθώες απάτες που τις λάτρεψες.
Όσο κι αν αποδεσμεύεσαι από τα παιδικά σου ειδύλλια,
είναι κάτι που το πήρες μια για πάντα στα σοβαρά.
Ο Άγιος Βασίλης υπήρξε,
για να μάθεις να διακρίνεις από το λογοπαίγνιο
τις αληθινές σημασίες.
Ο Άγιος Βασίλης θα υπάρχει,
για να έχεις πάντα κάποιο λόγο να περιμένεις.
Στη Δήμητρα και στη Βάσω
Είσαι μια παραγγελία της φαντασίας μου
και μια ασύλληπτη διέξοδος
των ψυχικών μου παρορμήσεων.
Είσαι ο τελικός προορισμός
της παιδικής μου ηλικίας
που αναστατώνεται
στην παρθενική της επαφή με τον κόσμο.
Όταν ιππεύσεις το πρώτο σύννεφο
και εξαφανιστείς,
θα ζήσω μόνο για να σε θυμάμαι.
Κι όταν το σύννεφο γίνει σταγόνα,
θα μείνεις ένα αθεράπευτο παράπονο
στα μάτια μου.
Είσαι η καλύτερη επένδυση
της ψυχικής μου ανησυχίας.
Όταν ξαναγεννηθείς στ' ωροσκόπιο των φωτιάς,
η επιθυμία μου θα σε παιδεύει
ώσπου να σε κατακτήσει.
Η νύχτα καταρρέει στα πόδια της Ακρόπολης
κι ο ήλιος σκάει στην πρώτη πέτρα,
καθώς η πολιτεία οχυρώνεται στα τείχη της.
Ακόμα μια μέρα στον ίδιο σκοπό,
εκεί που η ιστορία παρασύρει το χρόνο
και παρακολουθεί την πάλη των αντιθέσεων
στα διατηρητέα προάστια.
Πλανόδιες φιγούρες σ' ένα θέατρο σκιών.
Διαδρομές στο λαβύρινθο ενός γαλαξία.
Τιμές ευκαιρίας και συνωστισμός.
Καμώματα μιας αράχνης κι έρωτες.
Ανύποπτες συνειδήσεις και αισθήματα
που αυτοσχεδιάζουν τη σωτηρία τους.
Ερασιτέχνες ονειροπόλοι.
Δικαίωμα σε μια Κυριακή
ή σε έναν περίπατο.
Παράταση στο χρόνο μιας κλεψύδρας
ή στον αιώνα ενός εντόμου.
Δικαίωμα στη ζωή!
(Θεσσαλονίκη. Μάης του 1936. Ένα παιδί καταμεσής του δρόμου παρηγορεί τη μάνα του
λίγο πριν σταματήσει η καρδιά του. Η Άνοιξη μετά απ' αυτό θα έχει πάντα λόγο ύπαρξης.
Την επέτειο ενός ονείρου και την προσμονή μιας Ανάστασης)
Μάνα, η άσφαλτος μυρίζει ουρανό
κι ο ήλιος τώρα μοιάζει μια τρελή συνωμοσία
ο δρόμος βγάζει στον επόμενο σταθμό
κι όλα θα ξαναγεννηθούν σε μια αθανασία.
Μην κλάψεις, μάνα, που θα λείπω το πρωί
το παραθύρι μας διάπλατο στον ήλιο ας μείνει
δεν είναι μόνο η ανάσα μας ζωή
και τ' όνειρο ανέγγιχτο ο θάνατος τ' αφήνει.
Ξέρεις. Δεν είναι απατηλά τα ιδανικά
που έσπερνες τις νύχτες τις μεγάλες στη ζωή μου
και δεν μπορώ σε προσωπεία δανεικά
να κρύβω με χαμόγελο βουβό την ενοχή μου.
Πήγαινε, μάνα, να το πεις στην Παναγιά
τάμα για ένα κόσμο γιατρεμένο η καρδιά μου
θα 'χω τα βλέφαρα αιώνια ανοιχτά
να βλέπω σ' άφοβους καιρούς να ζουν τα όνειρά μου.
Στα παραμύθια σου μου τα 'χες πει αλλιώς
περπάταγες στις μύτες των ποδιών σου μην ξυπνήσω
στα δεκαοχτώ μου χρόνια σκόνταψα στο φως
σαν πήγαινα εκείνα που μου είπες ν' αγαπήσω.
Μην κλάψεις, μάνα, που θα μείνεις μοναχή
πες πως με πήρε κάπου μετανάστη μια ελπίδα
κι εσύ θα μάθεις ν' αγαπάς απ' την αρχή
γιατί και τα λουλούδια μας χρειάζονται φροντίδα.
Για δες τα μάτια μου! Απέραντα θωρούν
και λαμπυρίζουν σαν καθρέφτες άγιου ονείρου
πιο όμορφα δεν είναι, μάνα, σαν κοιτούν
πέρα απ' το Μάη, στο γλαυκό ξημέρωμα τ' απείρου;
Μην κλάψεις, μάνα, που δεν θα 'ρθω την αυγή
κάνε τραγούδι της κραυγής μου την πικρή βραχνάδα
στείλε μου κρίνους, γιασεμιά κι ένα φιλί
κερί μη φέρεις, θα κρατώ μιαν άσβηστη λαμπάδα.
Μη μου κρεμάσεις σε κορνίζα την καρδιά
είναι εκκρεμές που περιμένει έναν άλλο χρόνο
κι αν δεν προλάβω να σου φέρω τη χαρά,
βγες να στη δώσουν τα παιδιά που παίζουνε στο δρόμο.
Στις χούφτες τ' άστρα κράτησέ τα πιο σφιχτά
εσύ δεν μου 'δειξες ποτέ ν' αφήνομαι στον πόνο
κι αν τα τραγούδια δεν σου είναι αρκετά,
ν' αφουγκραστείς τους χτύπους μου στου ρολογιού τον τόνο.
Και όλα αυτά που αγαπήσαμε μαζί
θα ξαναζήσουν δυνατά του χρόνου τον Απρίλη
θα σεργιανίσουμε την Άνοιξη πεζοί
ως την Ανάσταση κι ως της πανσέληνου το δείλι.
Μην κλάψεις, μάνα, που απόψε θα χαθώ
στ' ορκίζομαι, θα με ξαναγεννήσεις σ' άλλες μέρες
και τότε μη μου βάλεις πάλι φυλαχτό
γιατί δεν θα υπάρχουν πια σ΄αυτόν τον κόσμο σφαίρες.
Πάρε στις χούφτες σου τον ήλιο
και μοίρασέ τον στους ανθρώπους.
Φτάνει μια μπουκιά ήλιος
για να χωρέσει μέσα σου ο ουρανός.
Και δεν θέλεις πολύ
για να πάρεις στα χέρια σου την πέτρα
και να την κάνεις ψυχή.
Ασήμαντες αφορμές για μεγάλες πράξεις.
Και δεν θέλεις πολύ
να τα βάλεις με τον κυκλώνα
και να σταθείς εσύ πιο δυνατός.
Κι ύστερα πάλι παίρνεις τις αποσκευές σου
και φεύγεις.
Δικαιολογίες και προφάσεις.
Κλείνεις σε παρένθεση τα όνειρα
και τα σπουδαία σου φαίνονται ξαφνικά ξεπερασμένα.
Κάποιοι σου έμαθαν
να παίζεις τις ελπίδες στη λοταρία
και να πλαστογραφείς την καρδιά σου.
Παρεξήγηση!
Θα κουβαλάς το φορτίο σου
γιατί έτσι μονάχα θα μείνεις μεγάλος.
Κι όταν τα ξαναβάλεις με τον κυκλώνα
θα 'χεις τους λόγους σου να κερδίσεις.
Κι όταν τυχαία ανοίξει ο ασκός του Αιόλου,
θα γίνεις ένα με τον άνεμο.
Κι όλο θα φεύγεις κι όλο θα ξαναγυρίζεις εδώ,
γιατί εδώ σου ταιριάζει να νικήσεις.
Κι αν τύχει να νικηθείς,
να ξαναπαλέψεις με την καταιγίδα.
Γιατί είσαι άνθρωπος και ΜΠΟΡΕΙΣ